
Ονομάζουμε αστερισμούς ορισμένες τοπογραφικές περιοχές της σφαίρας του ουρανού που έχουν ορισμένη έκταση που περιλαμβάνεται μεταξύ σαφώς καθορισμένων ορίων. Η σταθερότητα της λαμπρότητας και της θέσεως των αστέρων και συνεπώς η σταθερότητα της μεταξύ τους απόστασης βοήθησε τους αστρονόμους της αρχαιότητας να σχηματίσουν με τους λαμπρότερους από αυτούς διάφορες ομάδες που να αναγνωρίζονται εύκολα από τα γεωμετρικά σχήματα, που απαρτίζουν οι αστέρες τους, (τρ
ίγωνα, τετράγωνα, τόξα κ.α.) και αυτές τις ομάδες ονόμασαν αστερισμούς. Ο κάθε αστερισμός έχει και μια χαρακτηριστική ονομασία που προέρχεται ως επί το πλείστον από την αρχαία Ελληνική Μυθολογία. Ως αρχαιότερη περιγραφή των αστερισμών φέρεται αυτή του Ευδόξου του Κνιδίου (409- 326 π.Χ). Το απολεσθέν έργο του, γνωστό με τον τίτλο « Σφαίρα του Ευδόξου» που παρέχει εκτός από την περιγραφή των αστερισμών, τις θέσεις των κυριοτέρων αστέρων τους, έγινε γνωστό από τον
Άρατο (305- 240 π.Χ) υπό την μορφή στίχων πιθανόν για την εύκολη απομνημόνευσή τους. Με τον τίτλο «Φαινόμενα» το ποίημα αυτό, προοριζόμενο κυρίως για τους ναυτιλλομένους, αποτελεί το αρχαιότερο εκ των διασωθέντων συγγραμμάτων στα οποία περιγράφονται οι τότε γνωστοί αστερισμοί. Τους αστερισμούς με τα ονόματά τους αλλά και με τις θέσεις των κυριοτέρων αστέρων τους περιέλαβε, όπως αναφέρονται στα έργα των Ευδόξου και Αράτου, σε έναν κατάλογο περί το 130 π.Χ ο διάσημος Έλλην αστρονόμος, γνωστός και ως ο πατέρας της αστρονομίας, λόγω των σπουδαίων ανακαλύψεών του, Ίππαρχος από την Νίκαια της Βιθυνίας. Όπως μαθαίνουμε από τον Πλίνιο, η αιτία που έπεισε τον Ίππαρχο να καταγράψει σε κατάλογο όλους τους ορατούς αστέρες ήταν το πολύ σημαντικό γεγονός της εμφάνισης ενός καινοφανούς
αστέρος σε περιοχή του ουρανού, άγνωστο ποιας, όπου πριν δεν υπήρχε. Το γεγονός αυτό απετέλεσε πραγματική επανάσταση για τις τότε φιλοσοφικές αντιλήψεις περί του στερεότυπου και αναλλοίωτου της όψεως της σφαίρας των αστέρων. Ο Πλίνιος γράφει με θαυμασμό για τον Ίππαρχο ότι, ‘αυτός επεχείρησε άθλον τον οποίον ούτε κανείς εκ των Ολυμπίων θεών θα ετόλμα να αναλάβει’. Ο κατάλογος του Ιππάρχου διεσώθη από τον Έλλην αστρονόμο Κλαύδιο Πτολεμαίο στην Αλεξάνδρεια τον 2 μ.Χ αιώνα. Στο περίφημο σύγγραμμά του, που είναι γνωστό με τον τίτλο «Μεγάλη Μαθηματική Σύνταξις», ο Πτολεμαίος περιγράφει 48 αστερισμούς. Οι 12 από αυτούς
ανήκουν στον Ζωδιακό κύκλο, 21 στο βόρειο ημισφαίριο και 15 στο νότιο ημισφαίριο. Από το έργο αυτό του Πτολεμαίου που μεταφράσθηκε στην αραβική γλώσσα, από αραβομαθείς βυζαντινούς την εποχή του χαλίφη Αλ- Μαμούν περί το 1000 μ.Χ., διδάχθηκαν οι Άραβες την Ελληνική Αστρονομία και όταν επεκτάθηκαν προς τις περιοχές της Βορείου Αφρικής και κατέλαβαν και την Ισπανία μεταλαμπάδευσαν στη Δύση την κατ’ εξοχήν Ελληνική Επιστήμη του ουρανού μέσω της Μεγάλης Μαθηματικής Συντάξεως. Με το Αραβικό όνομα «Αλ- Ματζέστι», κατά παραφθορά του «Η Μεγίστη», το πε
ρίφημο αυτό έργο του Πτολεμαίου αποτελούσε για περισσότερο από 14 αιώνες, από τον 2 μ.Χ αιώνα έως και πέραν του 16ου, το Ευαγγέλιο της Αστρονομίας. Την περίοδο αυτή, η Επιστήμη των Άστρων διδασκόταν συγχρόνως στην Δύση και από Βυζαντινούς σοφούς που είχαν καταφύγει στην Ιταλία μετά από την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 και την πτώση της Τραπεζούντας το 1462, του τελευταίου προπυργίου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας όπου ήκμαζε έως τότε η διάσημη Σχολή των Θετικών Επιστημών και εκαλλιεργείτο η Αστρονομία. Είναι γνωστό πως το κωδωνοστάσιο του ναού του Αγίου Ευγενίου στην Τραπεζούντα χρησίμευε για την εκτέλεση αστρονομικών παρατηρήσεων. Στους 48 αστερισμούς του Πτολεμαίου δεν περι
λαμβάνονται όλοι οι δια γυμνού οφθαλμού αστέρες. Από τους 1028 αστέρες του καταλόγου του, περίπου το 10% δεν ανήκαν σε κανέναν αστερισμό. Όσον αφορά την μεγάλη γύρω από τον νότιο πόλο του ουρανού περιοχή, λόγω του ότι δεν ανερχόταν ποτέ πάνω από τον ορίζοντα των Ελληνικών χωρών, ήταν άγνωστη στους αρχαίους αστρονόμους. Με την εξερεύνηση των ωκεανών του νοτίου ημισφαιρίου από τους τότε διάσημους θαλασσοπόρους ξεκίνησε και η προσπάθεια για την ταξινόμηση των αστέρων του νοτίου ημισφαιρίου του ουρανού. Στους νέους αστερισμούς που προστέθηκαν, για να καλυφθούν οι περιοχές του νότιου ημισφαιρίου του ουρανού αλλά και για να ταξινομηθούν όσοι αστέρες δεν ανήκαν σε κάποιο αστερισμό, από τους Bayer, Hevelius, La Lande, La Caille κ.α , δόθηκαν ονόματα ως επί το πλείστον διαφόρων οργάνων που χρησιμοποιούνταν στις τέχνες και τις επιστήμες κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Από την εποχή του Μεσαίωνα και μετέπειτα, χάρις στην επιβολή του κύρους της Μεγάλης Μαθηματικής Συντάξεως, αναγνωρίστηκε γενικώς πλέον η Ελληνικότ
ητα του έναστρου ουρανού και σήμερα όλα τα αστρονομικά συγγράμματα, τόσο τα επιστημονικά όσο και τα εκλαϊκευτικά, αναφέρουν τους διάφορους αστερισμούς με τα Ελληνικά τους ονόματα στη λατινική εκδοχή τους. Κατά καιρούς γινόντουσαν απόπειρες μετονομασίας των αστερισμών προς τιμή Αγίων της Γραφής, βασιλέων ή ηγεμόνων, όπως επίσης και απόπειρες τεμαχισμού αυτών ή και προσθήκες νέων. Όμως τίποτε απ’ όλα αυτά δεν επέζησε. Από τα μέσα του 18ου αιώνα, οπότε ο αστρονόμος La Caille σχημάτισε 13 νέους αστερισμούς στο νότιο ημισφαίριο και διαίρεσε τον εκτεταμένο αστερισμό της Αργούς σε τέσσερις μικρότερους, την Τρόπιδα, την Πρύμνη, τα Ιστία και τον Ιστό (που αργότερα ονομάστηκε Πυξίδα) δεν προστέθηκαν έκτοτε άλλοι αστερισμοί και σήμερα οι γενικώς αναγνωρισμένοι αστερισμοί ανέρχονται, σύμφωνα με την απόφαση που έλαβε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση το έτος 1930, σε 88 οι οποίοι φέρουν τα Ελληνικά τους ονόματα στη λατινική εκδοχή τους. Η κατανομή των αστέρων σε αστερισμούς αποτελεί συγκρότηση ομάδων αστέρων κατά εντελώς αυθαίρετο τρόπο, διότι οι αστέρες του κάθε αστερισμού, εξαιρέσει μερικών που ενδέχεται να έχουν κοινή ιδία κίνηση, δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους, εκτός του ότι, παρατηρούμενοι από τη Γη, τυγχάνει να φαίνονται στον ουρανό κατά την περίπου ίδια διεύθυνση και συνδεόμενοι με νοητές γραμμές σχηματίζουν διάφορα αναλλοίωτα γεωμετρικά σχήματα. Οι Κινέζοι, κατά τον ίδιο τρόπο, κατένειμαν τους αστέρες σε αστερισμούς με διαφορετική μορφή από εκείνους που εμείς παραλάβαμε, όπως σύμφωνα με την παράδοση τους είχαν διαμορφώσει οι Αρχαίοι Έλληνες.





